“Because I want the eggs”
(“Annie Hall”, by Woody Allen, 1977)
Οι σχέσεις είναι σημαντικές γιατί, πέρα από την αναγκαία συντροφικότητα, με ό,τι αυτή συνεπάγεται, προσφέρουν κάτι ζωτικό ως προς την εικόνα που διατηρούμε για τον εαυτό μας. Μέσα από την ματιά του άλλου, νιώθουμε ξεχωριστοί, επιθυμητοί και αποδεκτοί γι’ αυτό που είμαστε αλλά και για όσα θα θέλαμε να είμαστε. Παράλληλα, μέσω της εξιδανίκευσης, αναγνωρίζουμε στον άλλον όχι μόνο χαρακτηριστικά που κατέχει, αλλά εξίσου και ιδιότητες που αισθανόμαστε ότι μας λείπουν ή που θεωρούμε ότι δεν έχουμε σε αρκετό βαθμό. Η αγάπη και η αποδοχή του προς εμάς έρχεται τότε να συμπληρώσει την εικόνα που διατηρούμε για τον εαυτό μας καθώς λειτουργεί ως καθρέφτισμα και επιβεβαίωση των ιδιοτήτων που επιθυμούμε να κατέχουμε.
Στη διάρκεια μιας σχέσης, πολλά από τα στοιχεία που παραλήφθηκαν ή παραβλέφθηκαν αναφορικά με την εικόνα του άλλου, αναδύονται σταδιακά, συμπληρώνοντάς την με ένα πιο ρεαλιστικό τρόπο. Προκύπτει τότε το ερώτημα, πόσο καθαρά βλέπουμε το σύντροφο μας; Πόσα από αυτά που φανταζόμαστε ή περιμένουμε δεν συνιστούν αυτο-εκπληρούμενες προφητείες, μια αναπαραγωγή στερεοτύπων και κοινωνικών προκαταλήψεων που έρχονται να επιβεβαιώσουν τις σιωπηλές προβλέψεις μας με αφορμή προηγούμενες εμπειρίες;
Κάθε σχέση μας φέρνει αναπόφευκτα αντιμέτωπους με επαναλήψεις ως προς το παρελθόν, μέσα από ένα συνονθύλευμα προσδοκιών και βιωμάτων, που την επηρεάζουν και τη διαμορφώνουν. Κάθε μέρος της σχέσης κουβαλάει τη δική του ιστορία, βιώματα προηγούμενων σχέσεων, δικών του ή των γονιών του, τα οποία αντιστοιχούν σε ρόλους που ο καθένας αναλαμβάνει ή αποδίδει στον άλλον, μια ολόκληρη ακολουθία προσδοκιών και προκαταλήψεων που καλούνται και οι δυο να ταιριάξουν σαν κομμάτια ενός τεράστιου γρίφου. Ωστόσο, συνεχίζουμε να τις επιδιώκουμε, να τις κυνηγάμε, να ελπίζουμε, να παλεύουμε γι’ αυτές ακόμη κι αν αυτό που προσδοκούμε μοιάζει μακρινό, παράλογο ή ανέφικτο.
Ο ΓούντυΆλλεν, στον επίλογο της ταινίας «Νευρικός Εραστής» (AnnieHall, 1977), διηγείται ένα ανέκδοτο:
Κάποιος επισκέπτεται έναν ψυχίατρο:
-«Γιατρέ», του λέει, «ο αδερφός μου νομίζει ότι είναι κότα».
-«Γιατί δεν τον στέλνεις στο ψυχιατρείο;» τον ρωτάει ο ψυχίατρος
-«Γιατί θέλω τα αβγά»
Οι σχέσεις μας φέρνουν συχνά αντιμέτωπους με αντιφάσεις και δυσκολίες, με τον άλλον και με τον εαυτό μας. Θα αποτελέσει άραγε η απόκλιση ανάμεσα σε αυτό που φανταστήκαμε και σε αυτό το οποίο διαπιστώνουμε στην πράξη, ευκαιρία για μετάβαση από την «υγιή τρέλα» του έρωτα σε ένα βαθύτερο συναίσθημα αγάπης, κατανόησης, και σταθερού δεσμού; Ή μήπως θα λειτουργήσει ως καίρια ρωγμή στο ονειρικό σχήμα που καθώς αποκαλύπτεται, κινδυνεύει να απομυθοποιηθεί;
Η απάντηση στο ερώτημα είναι αντανάκλαση της ικανότητάς μας να διαχειριζόμαστε τις διαψεύσεις σε σχέση με τη δική μας εικόνα. Όσο αναγνωρίζουμε τις ελλείψεις μας και προσπαθούμε να τις συμπληρώσουμε μέσα από μια διαδικασία ατομικής αναζήτησης και όχι αποκλειστικά σε αναφορά με κάποιον άλλον, τόσο καταφέρνουμε να είμαστε αντικειμενικοί και να αξιολογούμε με επιείκεια τις όποιες νέες διαπιστώσεις σε σχέση με την εικόνα του άλλου.
Η φαντασίωση του άλλου μισού, ως συμβολική αποτύπωση της επιθυμίας μας για τον άλλον, αναπόφευκτα παραβλέπει την αναγκαιότητα να είμαστε ολόκληροι από μόνοι μας.
Ωστόσο, όταν ο άλλος παύει να είναι συνοδοιπόρος, αλλά λειτουργεί ως ζωτικό συμπλήρωμα ιδιοτήτων και στοιχείων που μας λείπουν, η σχέση κινδυνεύει να μετατραπεί σε προσδοκία συμβιωτικής συνύπαρξης. Η αναπόφευκτη αποδυνάμωση της εξιδανίκευσης εκλαμβάνεται τότε ως διάψευση, ως προδοσία, που συνιστά απειλή για τη σχέση αλλά και για την εικόνα του εαυτού μας, που υπάρχει κυρίως σε αναφορά με τον άλλον αλλά όχι ανεξάρτητα από αυτόν.
Χρειαζόμαστε τις σχέσεις ως συμπλήρωμα, ως στήριξη αλλά πάντα σε σχέση με μια εικόνα εαυτού που είναι πλήρης ως μονάδα. Έτσι ώστε η διαπίστωση ότι ο άλλος δεν κατέχει σε υπερθετικό βαθμό κάποιες από τις ιδιότητες που του αναγνωρίζαμε, να μην λειτουργήσει ως πλήγμα για την αυτό-εικόνα μας αλλά σαν ευκαιρία για μετάβαση από τη φαντασιακή διάσταση του έρωτα σε μια πιο ρεαλιστική αποτίμηση της σχέσης. Μόνο τότε μπορούμε να ελπίζουμε σε μια ισορροπημένη συνύπαρξη με τον άλλον, που όσο κι αν μοιάζει δύσκολη ή μακρινή, θα συνεχίσουμε να ελπίζουμε και να παλεύουμε γι’ αυτήν. Γιατί «θέλουμε τα αβγά».