David Mesguich, γλυπτική κατασκευή, Βέλγιο, 2014 |
Ο εικαστικός καλλιτέχνης συγκρούεται διαρκώς με τον εαυτό του και την κοινωνία, εξαιτίας της βασανιστικής αντινομίας μεταξύ μιας επιτυχούς "καριέρας" και μιάς αδέσμευτης κοινωνικά ελευθερίας της έκφρασης, χωρίς την οποία η τέχνη δεν έχει αξία. Πως μπορεί ένα Πανεπιστήμιο που εισηγείται πως εικαστικός καλλιτέχνης είναι όποιος έχει πτυχίο, και όχι όποιος έχει αναγνωρισμένο εικαστικό έργο, ενώ, παράλληλα, δεν εφοδιάζει τον απόφοιτο του με έναν βασικό προσανατολισμό σχετικά με το τι είδους υποστήριξη πρέπει να λάβει, από που, και πως να την αναζητήσει, να μην ναρκοθετήσει την προσπάθεια του; Πως είναι δυνατόν η μόνη σαφής καλλιτεχνική πορεία να είναι είτε ο διορισμός στο Δημόσιο, είτε η προσπάθεια της άμεσης επαγγελματικής αναγνώρισης και εμπορικής επιτυχίας, και, οποιαδήποτε άλλη εκδοχή να αντιμετωπίζεται ως παρολίγον επάγγελμα που τελικά έγινε χόμπι;
"Con-tenedor" του ισπανού street artist Sath, Mallorca, Ισπανία, 2012 |
Επαγγελματικοποιώντας στρεβλά τον καλλιτέχνη το Πανεπιστήμιο προκαλεί την κοινωνία να τον κρίνει με κριτήρια καριέρας, που η σπουδή στις Καλές Τέχνες εκ φύσεως δεν έχει. Ο καλλιτέχνης βρίσκεται πλέον έκθετος σε ένα κοινωνικό περιβάλλον που ζητά αποδείξεις της χρησιμότητας του με κριτήρια εντελώς ξένα προς την δημιουργικότητα και την εικαστική πρακτική, χωρίς καμία υποστήριξη, και χωρίς φυσικά την δυνατότητα να ασκήσει την τέχνη του ως ένα συγκεκριμένο βιοποριστικό επάγγελμα, αφού, αυτό που κάνει, δεν μπορεί να διατιμηθεί ούτε ως εμπορικό προιόν, ούτε ως υπηρεσία.
Εντούτοις, για το συνολικό πρόβλημα της στρεβλής αντίληψης της εικαστικής πρακτικής στην Ελλάδα δεν ευθύνονται μόνο οι Σχολές. Η μικροπολιτική και ψηφοθηρική αντιμετώπισης της πολιτιστικής παραγωγής απο το κράτος, η συμφεροντολογική, υποκριτική και αποστασιοποιήμενη αντιμετώπισης της πολιτισμικής συμβολής από την Ελληνική κοινωνία, η κοντόφθαλμη αντιμετώπιση από ιδιωτικούς φορείς, ο υψηλός δείκτης νεποτισμού σε συνάρτηση με τον ατομικισμό και την χαμηλη κοινωνική συνοχή, αθροιζόμενα με την διάχυτη μισαλλοδοξία των Ελλήνων που έχουν καταπιεί αμάσητη την ξεπερασμενή καπιταλιστική "αλήθεια", πως οποιοσδήποτε κερδίζει πολλά λεφτά είναι σπουδαίος, σημαντικός και αξιόλογος, ενώ όποιος δεν φροντίζει για τον πλουτισμό του αμφίβολης αξίας και πρέπει να αντιμετωπίζεται με καχυποψία, συμβάλλουν συνολικά στον "σταυρό" που καλείται να σηκώσει ο νέος εικαστικός καλλιτέχνης.
Η λύση που έχουν δώσει άλλες χώρες στο πρόβλημα είναι η σταδιακή εξοικείωση των κοινωνιών με την ουσιαστική χρησιμότητα της τέχνης, που είναι η συμβολή στην σκέψη, την διάθεση, την καθημερινότητα και τον διάλογο για τα μεγάλα ή μικρά διακυβεύματα, μέσω της παρουσίας / παρέμβασης της τέχνης στον δημόσιο χώρο. Είναι η ανανέωση της εθνικής ταυτότητας πάνω σε ένα πολιτισμικό αφήγημα, συχνά κατάλληλο για να τροφοδοτήσει με ενδιαφέροντα landmarks την τουριστική βιομηχανία μέσω των social media, ή την πολιτιστική Διπλωματία -σε καθε περίπτωση όμως αποτελεσματικό ως προς την ουσιαστική παραγωγή της τέχνης, καθώς μέσω των παραπάνω πρακτικών ανευρίσκονται τα κεφάλαια που απαιτούνται για την υλοποίηση της.
Εγκατάσταση του street artist DAKU στην αγορά της Panjim, Goa, Ινδία |
Πραγματι, όπως συχνά διατυμπανίζουν οι Έλληνες εικαστικοί, οι καλλιτέχνες σε άλλες χώρες χρηματοδοτούνται γενναία, από το κράτος, απο ιδιώτες, από ιδρύματα και κληροδοτήματα. Συχνά όμως, μέχρι να το επιτύχουν αυτό, κάνουν άλλες δουλειές -όπως ακριβώς και οι Έλληνες καλλιτέχνες, με την διαφορά ότι το κάνουν αγόγγιστα, και με στόχο να βρουν τον χρόνο και να έχουν τα χρήματα, για ένα, δύο, ή περισσότερα μεταπτυχιακά, για residencies σε ξένες χώρες, συμμετοχή σε διεθνείς διαγωνισμούς, και, κυρίως, για να βρουν τον χρόνο να επικεντρωθούν στο έργο τους και να αποδειξουν ότι αξίζουν στήριξης! Συχνά συνασπίζονται σε συλλογικότητες, πληρώνουν υπηρεσίες υποστήριξης, επιμελητές, θεωρητικούς, έχουν όλοι επαγγελματικές φωτογραφίσεις, ξενυχτούν αναζητώντας που μπορούν σε ολόκληρο τον κόσμο να υποβάλλουν προτάσεις και να δείξουν την δουλειά τους, αναζητούν διαρκώς χρηματοδοτήσεις και υποστήριξη, ταξιδεύουν συχνά, συμμετέχουν σε διεθνείς διαγωνισμούς και εκδηλώσεις τέχνης, δικτυώνονται, κάνουν ερευνητικές εργασίες που τους απασχολούν για χρόνια πριν απο την στιγμή που θα είναι σε θέση να παράγουν έργο. Αυτό όμως δεν συμβαίνει "για να αποκατασταθούν επαγγελματικά" -όπως νοείται η επαγγελματική αποκατάσταση για καθέναν από την Ελληνική κοινωνία!
Η διαφορά της διεθνούς πρακτικής έγκειται στο γεγονός ότι άλλες χώρες του δυτικού κόσμου αντιμετώπισαν αυτά τα ζητήματα μερικές δεκαετίες νωρίτερα από την Ελλάδα. Έτσι, τους δόθηκε ο χρόνος, μέσω κοινωνικών διεργασιών, να απεμπολίσουν από την δεκαετία του 1970 την αντιμετώπιση της καλλιτεχνικής ιδιότητας ως τυπικά επαγγελματικής, χωρίς να θεωρούν βεβαίως ότι το εικαστικό έργο δεν απαιτεί εργασία, και χωρίς να παραγνωρίζουν τόσο το πνευματικό όσο και το υλικό μέρος της , ή ότι αυτή η εργασία πρεπει να αμείβεται. Αντιλαμβάνονται εδώ και αρκετά χρόνια, ότι η συμβολή του εικαστικού καλλιτέχνη μετράται με όρους απόδοσης στο πολιτισμικό περιεχόμενο, το οποίο κατόπιν της υλοποίησης του και μόνο, μπορεί με την κατάλληλη προώθηση να συμβάλει στο οικονομικό προιόν της χώρας, ενόσω εν τη γενέση του, συνδράμει στην σφυρηλάτηση της κοινωνικής ταυτότητας και συνοχής, ενισχύοντας παράλληλα το ισοζύγιο φήμης του τόπου.
Εικαστική παρέμβαση του R1 (μία από τις 30 περίπου στην περιοχή) Johannesburg, Νότια Αφρική |
Επιπλέον, αποτελεί σημαντικό παράγοντα η τριβή μεταξύ των ίδιων των καλιτεχνών, τόσο ως προς την διαδικασία της σύλληψης του έργου, όσο και ως προς την συγκρότηση της εικαστικής αντίληψης. Απαντά στην πλευρά του εικαστικού καλλιτέχνη - μεταπράτη της πραγματικότητας, θεατής και αθέατης, στο αλχημιστικό μέρος της τέχνης, που μπορεί με τα πιο ευτελή υλικά να μεταλλάξει την πραγματικότητα. Η διαδικασία μοιάζει με μοντέλα μάθησης δια της εμπειρικής επαφής με το αντικείμενο όπως το Μοντεσσοριανό, και ζητά βιωματικές διαδικασίες, στις οποίες, αντικείμενο, κοινωνός, συνοδοιπόρος, ή και δάσκαλος μπορεί να είναι η κοινότητα, η γειτονιά, ή μεμονωμένοι άνθρωποι που κουβαλούν "το πνεύμα του τόπου", την ψυχη του μέρους (αυτό που οι ρωμαίοι ονόμαζαν animus loci), το συλλογικό ασυνείδητο μιας εποχής δεμένης με τον τόπο.
Στο επίκεντρο βρίσκεται ο ιδιος ο έλληνας εικαστικός: θα πρέπει να αποκτήσει ουσιαστική κοινωνική απεύθυνση. Δεν είναι ένας δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα, αλλά είναι εφικτός, και αναγκαίος για την κοινωνία. Ο καλλιτέχνης κερδίζει τον θαυμασμό όταν θα τολμήσει να εκτεθεί, την εκτίμηση όταν το αντικείμενο της πράξης του αποκτήσει λειτουργικό ρόλο στην ψυχή των ανθρώπων και παρεμβατικό στο κοινωνικό αφήγημα. Τα μέσα για να πραγματοποιήσει όλα τα παραπάνω, θα τα κερδίσει αν τα διεκδικήσει, αφού έχει νοιαστεί να πράξει ανάλογα πρώτα ο ίδιος, με την σκληρή, πρωτότυπη, ενδιαφέρουσα, εμφορούμενη από πρωτότυπα διατυπωμένες έννοιες δουλειά του!
Και πως θα βιοποριστεί ο καλλιτέχνης; Τελικά είναι επάγγελμα; Η ιδιαιτερότητα της τέχνης είναι τούτη: Αν η ιδιότητα του καλλιτέχνη θεωρηθεί επάγγελμα, αυτό δεν μοιάζει με κανένα άλλο. Εργόδοτες του είναι Χορηγοί, Ιδιώτες, το κράτος, καμιά φορά μεμονωμένοι άνθρωποι ή συλλογικά σχήματα. Συχνά θα δώσει την δουλειά του δωρεάν, άλλες φορές θα πληρώσει για τις αναγακίες υπηρεσίες προβολής της, με άλλα λόγια θα επενδύσει με μεγάλο ρίσκο να χάσει τα χρήματα του και τον χρόνο του. Όσοι τον πληρώνουν δεν το κάνουν επειδή θα παράγει κάτι που έχει αξία μεταπώλησης -αρα η καλλιτεχνική παραγωγή δεν είναι κατά την φύση της εμπορική ασχολια, άλλο αν είναι εφικτό να είναι και τέτοια. Επίσης δεν θα τον πληρώσουν επειδή έχουν ανάγκη την υπηρεσία του. Θα τον πληρώσουν για να συνεχίσει να δημιουργεί περιεχόμενο, που καθιστά την ζωή πιο όμορφη, την κοινωνική συνοχή πιο στέρεα, τη νοηματοδότηση της πολιτιστικής ταυτότητας εμπράγματη. Στην πραγματικότητα, αυτό που έχουν ανακαλύψει σε άλλες χώρες τόσο οι καλλιτέχνες όσο και οι οντότητες, οργανισμοί, κλπ. που τους στηρίζουν. Η ιδιότητα του καλλιτέχνη μπορεί να εξασφαλίσει μία σκληρή ζωή διαρκούς αγώνα. Αν το αποτέλεσμα είναι αξιόλογο και αναγνωρίσιμο, αυτό μπορεί να οδηγήσει αργά ή γρήγορα στην δυνατότητα βιοπορισμού. Όπως σε όλα τα επαγγέλματα, ελάχιστοι πρόκειται να θησαυρίσουν από την δουλειά τους.
Τελικά το ζητούμενο είναι να κάνουν κάτι που να τους ικανοποιεί, και να βιοπορίζονται από αυτό. Είναι εφικτό, αρκεί να κατανοηθεί ότι αυτό είναι η κατάληξη, το αποτέλεσμα της σκληρής προσπάθειας, και όχι ένα σημείο εκκίνησης που χαρίζεται εύκολα στον καθένα.