Wednesday 27 May 2020

An Athenian Outsider | Ημερολόγια πανδημίας

Πλατεία Εξαρχείων 2020: τόσο καθαρή, δύσκολα
θα την δείτε πριν στην επόμενη καραντίνα!
ΗΜΕΡΑ 4η
Παραδινόμασταν γλυκά, στα ανοιχτά, εμπύρετα, χέρια της επιδημίας. Ζαβλακωμένοι απ’ την πολυετή, ακούσια έκθεση μας, στην λεγόμενη Κοινωνία της Πληροφορίας και σ ό,τι, οι συνωμοσιολόγοι, ισχυρίζονταν ότι ήταν αυτό που μας ράντιζαν.

Λάτρευα τους Συνωμοσιολόγους. Ήμουν απ’ αυτούς που θα έκοβαν εισιτήριο για να μπουν και να ακούσουν κάποιον που ισχυριζόταν ότι είχε αντιληφθεί το τι ακριβώς παιζόταν πίσω από το προφανές. Το μόνο κακό ήταν, ότι αυτό που "Παιζόταν Από Πίσω" ήταν τόσο σίγουρο πια για τον εαυτό του, καθώς και για την έλλειψη κάθε αντίδρασης εκεί έξω, που δεν δίσταζε να σου αποκαλύπτει από μόνο του μια στις τόσες, αυτό που συνέβαινε στο βαθύ παρασκήνιο.

Έτσι όπως είχε γίνει η Πραγματικότητα, δεν αρκούσε η Κοινή Λογική πια για να αναμετρηθείς μαζί της. Έπρεπε να ξεσκονίσεις όλον τον Όργουελ, τον Ουέλς και όλους όσους χαριεντίστηκαν επιτυχώς κάποτε με την ιδέα να δουν τούτο τον κόσμο να αφανίζεται.

Διανύαμε τις πρώτες ημέρες Προληπτικού Εγκλεισμού.

Όσο υποχονδριακοί και να νομίζαμε ότι ήμασταν, η μοιραία απροσεξία, ήταν κάπου εκεί, για να μας κάνει από απλούς παρατηρητές της νοσηρότητας, κανονικά υποκείμενα της. Από πόσα σκατά να προστατευτείς άλλωστε και κυρίως ΓΙΑ ΤΙ. Νιώθαμε στείροι λόγων περεταίρω επιβίωσης. Πήγαινε καιρός άλλωστε, που δεν τιμούσαμε τον ωφέλιμο χρόνο μας. Στο μπαράκι της γειτονιάς, ήθελε κάποιου είδους τρελή γενναιότητα για να περάσεις το κατώφλι του. Ο γιατρός φιλαράκος μου, έκανε όλα όσα δεν επιτρέπονταν απ’ το υπουργείο να κάνει. Έβγαλε ένα κουτί μέντες και κατάπιε μια χωρίς πρώτα να απολυμάνει τη χούφτα του. Παραήταν αυτοκτονικός για κάποιον εξαιρετικά ενήμερο. Εγώ ανέβηκα τη γυριστή σκάλα και έπλυνα σχολαστικά (κατά πως μας τόνιζαν απ’ τα ΜΜΕ) τα χέρια μου στις στενόχωρες τουαλέτες. Κατεβαίνοντας, πιάσαμε κουβέντα με τον προβληματισμένο μπάρμαν. Θέλαμε να μάθουμε τι μας περίμενε στη συνέχεια, όταν αυτό που ζούσαμε ήδη έμοιαζε με ενοχλητικό "Πήδημα της Βελόνας" στις χωρίς μουσική αυλακιές ενός δίσκου.



ΗΜΕΡΑ 5η
Ο αριστερών πεποιθήσεων, ιατρός γείτονας, με πήρε την επομένη στο τηλέφωνο.

Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι ενώ εργαζόταν κανονικά και σε υπεύθυνο πόστο σε μεγάλο δημόσιο Νοσοκομείο, εκείνος εξακολουθούσε να ζει με τη μητέρα του.

Το Σύνδρομο NormanBates. Συνήλθα αμέσως, όταν σκέφτηκα ότι αυτή, θα μπορούσε άνετα να είναι σκέψη νεοφώτιστης φεμινίστριας που γύρευε τρόπους πώς να μείνει άπαρτη για την προσεχή εικοσαετία.

"Είσαι για μια βόλτα στο νεκρό Κέντρο; Να γελάσουμε λίγο στη θέα των Κλειστών Καταστημάτων” είπε.

"Να γελάσουμε; Ακούς τι λες; δε μιλάμε για Blackout της ΔΕΗ Σταύρο, είναι το Τέλος των Πάντων".

"Για αυτό σου λέω. Πάμε να πάρουμε λίγο ικανοποίηση βλέποντας τα υπεροπτικά αυτά στέκια που προτείνονταν απ’ το Αττικόραμα , να έχουν σφραγιστεί επ αόριστον".

"Άκουσε με προσεκτικά Σταύρο. Θέλεις 4 προαγωγές ακόμα για να λέγεσαι ¨Μαλάκας¨.

"Μη μου πεις ότι πενθείς που δεν έχουν που να πάνε πια όλοι αυτοί οι χωρίς λόγο σνομπ, υπάλληλοι του Παρασκευοσάββατου;" Η φωνή του, είχε εκείνη τη χροιά του ζαλισμένου από φτηνόπραμα, κρετίνου που είχε διαβάσει ανάποδα τον Νίτσε.

"Ξεχνάς, ότι μαζί μ αυτούς που λες, δεν έχουμε και ‘μεις που να πάμε να πιούμε. Ξεχνάς, ότι δεν είναι μια καθυστερημένη απόδοση δικαιοσύνης αυτή, σε κάποιους που το αξίζουν, αλλά το αδιάκριτο κάψιμο των Πάντων".

"Να περάσω να σε πάρω ή να βάλω πιζάμες;"

"Να βάλεις το δάχτυλο στην πρίζα". Το στενό του σπιτιού μου είχε συσκότιση. Ένας μούτος γείτονας απ’ την απέναντι πολυκατοικία, έβγαλε το μεγαλόσωμο κτήνος που είχε για κατοικίδιο, βόλτα. Στο σημείο αυτό, αναρωτήθηκα "Πως μπορεί κάποιος να δηλώνει Αριστερός, όταν το ίδιο δηλώνει και κάποιος σαν το Σταύρο. Μπορεί και παραμπορεί. Η ουσία αυτής της απάτης, είναι φουλ μηδενιστική. Η Ζωή, παρίστανε ότι συνεχιζόταν, κανονικά".


ΗΜΕΡΑ 6η
Ο κόσμος έξω, κυκλοφορούσε σε απρόσεκτες δυάδες, τριάδες κ.ο.κ. Ο θάνατος για αυτούς, ήταν σα μπάλα του βόλεϊ που έριχναν ο ένας στον άλλο προσέχοντας μονάχα μη τους πέσει χάμω. Ο αέρας, φύσαγε στο πρόσωπό σου, κρύβοντας Κίτρινο πυρετό και ένα μυστικό συστατικό που στο άφηνε για έκπληξη. Ξελιγωμός, οι πισινοί των απανταχού μοναχικών αθλητριών, που τώρα πια κι αν δεν ανησυχούσαν για τίποτα.

Περπάταγες έξω, έχοντας πρώτα λάβει την έγκριση του Υπουργείου μέσω γραπτού μηνύματος στο κινητό και χόρταινες αρρωστημένο δειλινό και ματαιότητα κινήσεων.

Ο μοναχικός δρομέας, είχε μόνο την ενίοτε, παραγωγική ερημιά του και τις ελεύθερες λωρίδες ασφάλτου της Πανεπιστημιουπόλεως, για να παίξει. Τώρα, όμως, με το φίλαθλο πνεύμα που είχε πέσει ένεκα της Πανδημίας, όλοι την είχαν δει ξαφνικά Σπορτίβοι και έτσι, οι πάλαι ποτέ άδειοι δρόμοι στην περιοχή των Πανεπιστημίων, είχαν καταληφθεί, από παρδαλές συντροφιές φοιτητών και από μπουχτισμένες φαμίλιες που αποφάσισαν να βγάλουν την Κόλαση τους βόλτα τις ίδιες ώρες με κείνον. Όσο ο καιρός, γινόταν πιο φιλικός, τόσο ο ωφέλιμος χώρος, καταλαμβανόταν από θορυβώδη σύνολα. Τον χάζεψα, απ’ το λοφάκι με τις άδειες κούνιες, έτσι όπως έστρεψε το κεφάλι του προς τον ουρανό για να πάρει δύναμη προτού χρειαστεί να περάσει μέσα απ’ την ανθρώπινη αλυσίδα που είχε φτιάξει μια πολύτεκνη οικογένεια 200 μέτρα μπροστά του. Ω ναι. Η Κόλαση είναι πάντα οι συναθροισμένοι Άλλοι.


ΗΜΕΡΑ 7η
Τούτη η κατάσταση Προσωρινού Εγκλεισμού, είχε ως αποτέλεσμα να θες να αγοράζεις συνεχώς πράγματα στον πιτσιρικά μέσα σου από κυβερνοπάζαρα, για να μη κλαίει.

Η τελευταία παραγγελία με αντικαταβολή, ήταν, από λάθος, σπασμένη στα τέσσερα και την παρέλαβα σε τέσσερις δόσεις μέσα στην ίδια μέρα. Ο διαπεραστικός βόμβος του θυροτηλεφώνου, σ’ έκανε να πετάγεσαι πάνω, σα να σε κέντριζαν με κανένα μηχάνημα ανάνηψης. Στην αρχήμου ήρθετο "Brain Salad Surgery" των Emerson Lake and Palmer. Τυλιγμένο σε σκληρό χαρτόνι για να αντέξει την άγαρμπη μεταφορά χέρι με χέρι ώσπου να φτάσει στην πόρτα σου. Με κάθε άνοιγμα της πόρτας, φόραγες κι άλλο ζευγάρι γάντια. Το δεύτερο ήταν, "Η Πιο Κρυφή Πληγή" του Βαγγέλη Ραπτόπουλου. Μου άρεσε όπως μίλαγε μέσα για το παλιό Περιστέρι, τις διάφορες ενσαρκώσεις του μέσα στα χρόνια, τα μαθητικά ειδύλλια και τον χωρίς λογοκρισία σπιτικό Θάνατο. Το τρίτο ήταν το, "Συρανό ντε Μπερζεράκ" του Ροστάν, σε έμμετρη μετάφραση για να εκπαιδεύσω λίγο το κεφάλι μου στην απομνημόνευση θεατρικού κειμένου και να ‘χω τι να λέω όταν μου ζητούσαν να απαγγείλω κάτι από στήθους, στις κρυόκωλες, χωρίς γνωστούς σου από κάτω, ακροάσεις, Ο τέταρτος, με την ακυρωμένη αλλά απεσταλμένη παρόλα αυτά παραγγελία του "Πολεμιστή του Φωτός" του Κοέλιο, χτύπησε το κουδούνι τόσο επίμονα, που μου ‘ρθε να πάρω το σφυρί απ’ το συρτάρι και να τον περιμένω στην πόρτα. Τα σαΐνια της εταιρίας ταχυμεταφορών, προσλάμβαναν όποιον περπάταγε και είχε δίπλωμα καβαλαρίας δίτροχου.

Στοίβα τα έργα σε προσφορά, που ‘χα ψωνίσει από το πορτοκαλί πολυκατάστημα λίγο πριν κλείσει (λόγω Χολέρας). Τώρα χαρά, μου έδινε να τα κρατώ τυλιγμένα μέσα στα κουτιά τους. Μ΄ αυτό τον τρόπο, ήταν σαν η "Ώρα Ανάγκης" να μην είχε φθάσει ακόμα. Το υπέρτατο στάδιο καταναλωτισμού νομίζω, είναι να σπεύδεις να αποκτήσεις κάτι που μετά, αποφεύγεις να χρησιμοποιήσεις. Θέλαμε απλώς τη σιγουριά της επιλογής της Στιγμής όπου τέτοιου είδους αγαθά, θα μας φαινόντουσαν χρήσιμα. Στο βάθος όμως, αυτό όλο, σήμαινε κρίση αναποφασιστικότητας. Τρόμος για επικείμενη μεγάλη πλήξη. Ας είμαστε ειλικρινείς. Το τέλος των σχέσεων κάποιου ρίσκου, δηλαδή, των μόνων σχέσεων που είχαν κάποια σημασία, είχε έρθει πολύ πριν την Πανδημία.


ΗΜΕΡΑ 8η
Το απόγευμα, ήταν σταχτί και κίτρινο, όπως στο δεύτερο φιλμ με νεκροζώντανους, του Romero. Δεν υπήρχε κάτι που να μπορέσει να ξανακάνει ανθρώπους αυτό το ακέφαλο κοπάδι έξω. Δεν άντεχαν να μην συνσχηματίζονται. Αγελαίοι πέρα για πέρα. Έμοιαζαν να ‘ναι βαθιά χτυπημένοι από "Το σύνδρομο της αέναης Πορείας προς το Σύνταγμα". Οι γυναίκες και δη κάποιες γεροντοκόρες μόνο, έμοιαζε να προσέχουν λίγο παραπάνω. Μαθημένες απ’ το να διαφεύγουν επιτυχώς της "Χωρίς προϋποθέσεις Ηδονής", τους ήταν παιχνιδάκι να ξεφεύγουν και του "Θανάτου από απροσεξία"

Το βράδι σπίτι, έσπαγα το κεφάλι μου ποια θα ήταν ιδανική εναρκτήρια φράση για μια σύντομη νουβέλα με θέμα την Πανδημία. "Η Νόσος, που μετέτρεψε όλη τη Γη σε προαύλιο Φυλακής". Και καλά αυτοί οι οποίοι, έτσι κι αλλιώς, ζούσαν σε έναν βολικό και πλήρως λειτουργικό μικρόκοσμο. Το αδυσώπητο μοντέλο της Σουηδίας, έβλεπες ατύπως να εφαρμόζεται και εδώ, στον πάλαι ποτέ Θερμόαιμο και Sui Generis Νότο. Οι καβατζωμένοι αυτού του Κόσμου, όλο και πιο μέσα στα κλειστά οχυρά τους και οι εκτός των Τειχών, μοναχικοί, πιο αφημένοι στη μοίρα τους από ποτέ. Η Κιβωτός, είχε σφραγίσει από μέσα, και καμιά καινούρια είσοδος δεν δύνατο να επιτραπεί. Το μυαλό, ξεσκόνιζε τηλέφωνα από παλιούς Καταλόγους. Κατά το "Ο πρώην ανέμελος πνιγμένος, απ’ τα παλιά του σώζεται". Αλλά δεν είχε απομείνει καθόλου φωτιά μέσα σε κείνες τις Στάχτες. Ήμασταν ένοχοι για το έγκλημα της πρωτοφανούς έλλειψης προνοητικότητας. Τώρα έπρεπε με σθένος και καρτερία να υπομείνουμε όλον τον Κατακλυσμό, πρόσωπο με πρόσωπο. Χωρίς πρόχειρα αναχώματα και επιμέρους προστασίες. Έτσι Αντρικά, που λέγαν κι οι παλιοί, για να χαρούν και οι οργανώσεις Ισότητος.


ΗΜΕΡΑ 9η
Στάθηκα και περίμενα ταξί δίπλα απ’ τις Στήλες του Ολυμπίου Διός. Δεν έμοιαζαν και τόσο αξιοπρόσεκτες στο φως της μέρας.

Όλη αυτή η απαθής κυκλοφορία, η άσφαλτος και οι κρεμασμένες μούρες των περαστικών αποδυνάμωναν κάπως, την ιστορικότητα του μνημείου.

Έβγαλα το μπουκαλάκι με το ζελατινοειδές αντισηπτικό. Έριξα λίγο στις χούφτες μου και τις έτριψα μεταξύ τους σα να έκανα παντομίμα τη διάσημη σκηνή του Πιλάτου με το λεκανάκι.

Έπειτα, έβγαλα το μαύρο κάλυμμα μύτης και στόματος απ’ το σακούλι του και με προσοχή πέρασα τις άκρες του γύρω απ’ τα αφτιά μου. Καθρεφτίστηκα σε ένα σταματημένο μηχανάκι. Τέρμα Αξιολύπητος. Ο οδηγός που πήρα ήταν κι αυτός μασκοφορεμένος και παραπονιόταν σε στρεβλά Ελληνικά, για την αναδουλειά που είχε πέσει τελευταία. Το Καλλιμάρμαρο, μια άδεια Αρένα χωρητικότητας εκατοντάδων χιλιάδων πισινών που με πρόσχημα τον ολυμπισμό σε ξέρναγε προτού καν διαβείς την είσοδο του και ο οδηγός μπροστά εξακολουθούσε να κάνει παράσιτα στη θλίψη μου με το θρηνολόι του.

"Εντάξει φτάνει" είπα απότομα πίσω απ’ τη μαύρη μάσκα μου και πρέπει να τον έπεισα γιατί έκοψε τις κλάψες μαχαίρι. Δε με ενδιέφεραν τα προβλήματα του κλάδου του. Είχα τα απείρως μεγαλύτερα δικά μου.

Ήμασταν κι οι δυο σα χανουμάκια που πηγαίναμε με τη θέληση μας να ξεπουληθούμε στον μαγαρισμένο από ξένα σωματικά υγρά, Οντά, κάποιου μπερμπάντη Πασά.

Πόση ταπείνωση επεφύλασσε ακόμα αυτή η περίοδος για τους ανένταχτους, σκέφτηκα κι άφησα έναν πνιχτό στεναγμό μέσα απ’ την καλύπτρα.


ΗΜΕΡΑ 10η
Καθώς η ζωή, θα άρχιζε, απ’ το πολύ του να προσέχεις μη τη χάσεις, να μοιάζει όλο και λιγότερο με ζωή, θα έπιανες τον εαυτό σου να παραιτείται σιγά, σιγά της προσπάθειας. Αρχής γενομένης απ’ τα μικροπράγματα. Πλημμελής υγιεινή χεριών, βαθιές εισπνοές χωρίς κάλυμμα σε χώρους όπου θα ‘βλεπες αγνώστους να βήχουν σαν παλιάλογα. Θα γύρευες να παραδώσεις ο ίδιος τον εαυτό σου στην ζεστή αγκαλιά της ασθένειας, όπως ο κακούργος που, αφού πρώτα είχε διαπράξει το Τέλειο χωρίς πίσω του ίχνη, Έγκλημα, βαρέθηκε πια να διαφεύγει του Νόμου. Η καλή υγεία, θα ήταν ένα μη ανταλλάξιμο νόμισμα, θα ήταν άχρηστες χρυσές λίρες στο σεντούκι, σε ένα κόσμο χωρίς εμπόριο και ζωντανό ποδόγυρο. Μια άλλη μορφή προσωπικής Κατρακύλας, θα έβλεπες να σου ρίχνει το γάντι και συ, δίχως δεύτερη σκέψη, θα έσκυβες να το πιάσεις. Η λιγοστή διάνοια σου, θα σε έβαζε τώρα να ξεφορτωθείς με πλάγιο τρόπο, το μόνο άτομο που ανεχόταν αγόγγυστα, να σέρνει το κάρο της ύπαρξης σου τόσον καιρό. Τον εαυτό σου.

Κάποιοι, παρά τα επιβεβλημένα μέτρα ασφαλείας, δεν έλεγαν να αλλάξουν τις κοινωνικές τους συνήθειες. Εξακολουθούσαν να ανταποκρίνονται σε προσκλήσεις φίλων σε βεράντες και στενά σαλονάκια. Ανάμεσα σ’ αυτούς και η Σοφία.

"Εδώ και τρεις μέρες έχω λίγα δέκατα" την άκουσα να λέει απ’ τ’ ακουστικό, όχι και τόσο θορυβημένη.

"Δε πειράζει, έζησες 38 πολύ ξέγνοιαστα χρόνια" είπα.

"Έλα μη γίνεσαι κακός. Δεν έχω άλλα συμπτώματα. Εξάλλου μπορεί να είναι ένα απλό κρυολόγημα".

"Τέτοια εποχή, αν αρπάξεις κάτι, αυτό είναι, η αναβαθμισμένη έκδοση όλων των προηγουμένων. Οι ιώσεις δεν κυκλοφορούν σε Vintage αντίτυπα για νοσταλγούς του παρελθόντος".

"Δεν ανησυχώ ακόμα".

"Το ίδιο είπε και ο πρόεδρος Κένεντυ εκείνο το μοιραίο πρωινό στο Ντάλας".

"Πότε θα σε δω από κοντά;"

"Όταν ηχήσουν οι Σάλπιγγες της Ιεριχούς και όταν ο 4ος Καβαλάρης ξεπροβάλλει απ’ τον ομιχλώδη Ορίζοντα" είπα.

"Μα τόσο φοβιτσιάρης πια;"

"Αντριλίκι σε τσαμπουκά που θα μου γίνει στο δρόμο, ναι. Αντριλίκι στην Πανώλη, δε σφάξανε, Έχω ηλικιωμένο άτομο στην ευθύνη μου Σοφία, δε θα το στείλω αδιάβαστο, επειδή μια μαλακισμένη με παιδί, δεν αντέχει να μη βλέπεται για δυο μήνες με τις προοδευτικές καρακάξες του Κύκλου της".

"Έχεις δίκιο, με συγχωρείς".

"Και συ εμένα. Δε μου ‘χει απομείνει και πολύ νευρικό σύστημα μ’ όλα αυτά που περνάω την τελευταία τριετία".

"Δε πειράζει, μου άξιζε. Ξέρεις να χαστουκίζεις με φινέτσα τον άλλο".

Τι βρίσκουν να θαυμάσουν, άπαξ και έχουν αποφασίσει ότι είσαι ο τύπος τους.

"Πώς το αντιμετωπίζεις αυτό το συνεχές "Μέσα";

"Δεν έχω πρόβλημα μ’ αυτό. Στο μυαλό μου βγάζει νόημα. Αυτό που δεν άντεχα τελευταία, ήταν το "Έξω" που δεν έμοιαζε καθόλου με "Έξω".

"Ενδιαφέρον" είπε, αλλά ανάθεμα κι αν κατάλαβε τι ήθελες να πεις μ’ αυτό.

"Πώς λες να τελειώσει όλο αυτό;"

"Δε ξέρω, με απασχολεί το αν θα ‘μαστε ακόμα εδώ καθώς και σε κατάσταση να το χαρούμε το "φτου ξελεφτερία" όταν με το καλό ‘ρθει".

"Δε σου λείπει να νιώσεις και πάλι ελεύθερος;"

"Το μπορείς να πας στη Ρώμη για να φας μια αυθεντική μακαρονάδα, να πιείς έναν εσπρέσο και να δεις δυο μουσεία με την αστεία όψη του επαγγελματία τουρίστα, δεν συνιστά ελευθερία Σοφία"

"Σωστά. Αλλά δεν είναι κάτι κι αυτό;"

"Ανάλογα, με τι αρκείται κανείς".

"Πώς τα πας γενικά;"

"Πέφτω μαχόμενος".

"Ήθελα να μπορούσα να σε έβλεπα χωρίς να ανησυχώ για τη διασπορά".

"Και εγώ καλή μου".

"Ανησυχείς για τις σχέσεις που δεν δύναται σ’ αυτές τις συνθήκες να ολοκληρωθούν;"

"Θα θριαμβεύσει η ερασιτεχνικά τραβηγμένη πορνό φωτογραφία".

"Ναι αλλά εμένα μου λείπει η επαφή".

"Σε όλους μας αλλά ο χάρος, κρατάει για πάντα, ενώ η ηδονή, μερικά λεπτά".

"Φρικιάζω στη σκέψη ότι τίποτα δε θα ‘ναι πια όπως πριν".

"Τίποτα δε θα ‘ναι όπως Πολύ πιο πριν, θες να πεις".

"Έστω".

"Θα γράψεις 100 φορές στο μαυροπίνακα ότι δε θα ξαναπάς στην αδερφή σου στις Βρυξέλες, για ψώνια και αναψυχή;"

"Νομίζεις ότι τιμωρούμαστε για κάτι δηλαδή;"

"Μπορεί. Για το ότι δε μπορούσαμε τους εαυτούς μας στον τόπο τους".

"Δε φοβάσαι μήπως ακούγεται Σκοταδιστικό αυτό;"

"Όχι ιδιαίτερα".

"Μ’ αρέσει που είσαι τέτοιος να ξέρεις".

"Σ’ αρέσει δε σ’ αρέσει, έτσι έχουν τα πράγματα".

"Μη με ξεχνάς. Παίρνε κανά τηλέφωνο".

"Θα σε πάρω καλή μου. Πλένε χέρια ε."

"Τα κακόμοιρα, έχουν ξεραθεί απ’ την πολλή απολύμανση. Θα μου είσαι πιστός μέχρι την απελευθέρωση;"

"Θέλω δε θέλω".


ΗΜΕΡΑ 11η
Τα κτίρια της Πολυτεχνειούπολης. Κάτι γκρι κατασκευάσματα μοντέρνας Αρχιτεκτονικής που έζεχναν περασμένη άποψη για το Μέλλον. Ο σημερινός περίπατος χωρίς νόημα, είχε μόλις αρχίσει. Ακολουθούσα το τίποτα υπό μορφή άπιαστων γυναικείων πισινών σε φόρμα. Πώς το έλεγαν να δεις απ’ τις τηλεοράσεις αυτό το φαινόμενο, α ναι, Κοινωνική Αποστασιοποίηση. Η πρώην μικροαστική παράνοια, του ¨μην ομιλείτε σε όποιον δεν δείχνει να φύτρωσε στο ίδιο θερμοκήπιο με σας", τώρα θεωρούνταν μια εντελώς αυτονόητη και φυσιολογική ενέργεια. Πλησίαζε ο καιρός που θα κυκλοφορούσες έξω με αποκλειστικά δικό σου ρίσκο. Η λεγόμενη "Ατομική Ευθύνη" έμοιαζε εξαιρετικά ευαίσθητο πράγμα για να το αφήνεις έτσι στα χέρια ενός όχλου.

Ο ιατρός γείτονας από δίπλα, ξεχνιόταν και έσπαγε κάθε τόσο την απόσταση ασφαλείας. Έκανε σα να ‘χε κάποιου είδους ανοσία στα πάντα. Δεν είχε. Απλά όπως κάθε υπεροπτικός επιστήμονας, δε πίστευε ότι ήταν και τόσο εύκολο να ανταλλάξουν θέσεις με έναν απλό ασθενή. Όπως και ο Ταξιτζής στις Στήλες του Ολυμπίου Διός, τον απασχολούσε πολύ ο εαυτός του και το εργασιακό του. Σε κάποια στιγμή, ένιωσα φοβερή αποστροφή για όσους είχαν μια ιδιότητα που τους ζούσε. Μιλούσε για το πόσο άσχημα του είχε φερθεί το καθηγητικό καθεστώς στη Σουηδία. Πόσο φασιστική χώρα ήταν στον Πυρήνα της και πως, στα ίδια αντικοινωνικά πρότυπα μ' αυτήν, ραβόταν τώρα η Ελλάδα. Μπορεί και να είχε δίκιο αλλά τι μπορούσα να κάνω εγώ τώρα για αυτό. Ήθελε να τον καταλάβει κάποιος άλλος πέρα απ’ τον ίδιο. Η μέρα έφευγε ανέγγιχτη. Το ίδιο και οι γυναικείοι πισινοί σε φόρμα και αυτή η σκέψη ήταν από μόνη της ένα μαρτύριο για όποιον, δεν είχε καταπιεί αμάσητο το παραμύθι του κατασταλαγμένου ενήλικα. Ήμουν σαραντατεσάρων και ποθούσα ακόμα ό,τι θα επιθυμούσα και στα είκοσι.

Η γκρίνια του γιατρού, είχε αρχίσει να παραγίνεται. "Φτάνει τώρα" είπα.

Δεν διέθετα κανένα τακτ αν κάτι δίπλα μου, δεν εννοούσε να καταλάβει ότι απλώς θορυβούσε.

"Εντάξει, σταματώ. Με συγχωρείς. Μονοπώλησα τη συζήτηση" είπε και έσκυψε το κεφάλι, σα παιδί με ανατροφή που ήταν. Αν τον καλοκοίταζες, θα έβλεπες πάνω του ένα πραγματικό φεστιβάλ βαθιά εγκαθιδρυμένων νευρώσεων.

Θεέ μου πόσα δεινά ήταν ικανό να προλάβει ένα έγκαιρο γαμήσι με πρόσωπο της απολύτου επιθυμίας σου.

Στάθηκα να αφουγκραστώ τον υπόκωφο παλμό του απογεύματος. Το αόρατο χέρι ενός φαρσέρ, έβαζε εκείνον να μιλά ακατάπαυστα για τα εργασιακά του και εμένα να κάνω κύκλους χωρίς όφελος, στις ερημιές της Πανεπιστημιούπολης.

Browse by keyword / Βρείτε αυτό που ψάχνετε

Activism Amfissa An Athenian Outsider Andros Animation & Comics Antiparos Art Fairs Art Therapy ArtMarket Athens Auctions Audio/Video Australia Awards Books&Manuscripts Call for entries & Competitions Ciné qua non Cinema Collage Collectives Columnists: www treasures Commentary & Documentation Conferences CulturalContent/Tourism Cyprus DESIGN Digital Art DJs Documentary EDITO ElefsisCultureCapital ENGLISH Fashion Festivals & Biennales Florina Fundraising Gastronomy Halkida Iconography Ioannina Jewllery Lesvos LGBTQI+ Lifestyle London Calling Loutraki Multimedia & Installations Art Museums Myconos Naxos News Opera Party Performance Printmaking Projects Restoration/Συντήρηση Rethymnon Retrospective Sculpture & Ceramics Shqipëri Sikinos StreetArt Symposiums Syros Tattoo Teri Paschos textileArt Thessaloniki US Venue Virtual Watercolor whoISwho Workshops & Masterclasses Αγρίνιο Αίγινα Αίγιο Αλεξανδρούπολη ΑΝΑΦΗ ΑνδριανήΤζίμα Άνδρος ΑΝΤΙΚΑ Αντίπαρος Απόψεις ΑΠΟΨΗ Άργος Αρχαιολογία Αρχιτεκτονική Βέροια Βόλος Γειτονιές Δελφοί ΔΗΜΗΤΡΙΑ Δημοπρασίες Διαλέξεις/ΔημόσιεςΣυζητήσεις Δίον-Λιτόχωρο Δράμα Έβρος Εγκαίνια Έδεσσα Ειδικά Θέματα ΕικαστικέςΔράσεις Εκδηλώσεις Εκθέσεις Εκπαίδευση ΕΛΕΥΣΙΝΑ Επίδαυρος Έρευνα Ζάκυνθος Ζωγραφική Ηράκλειο Θέατρο Θρησκεία Ιδρύματα Ιεράπετρα Ιστορία Ιστορίες για γάτες ΙΩΑΝΝΙΝΑ Καβάλα Καλαμαριά Καλαμάτα Καλλιγραφία Καστελλόριζο Καστοριά Κέρκυρα ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ Κίμωλος Κοζάνη ΚΟΡΟΝΟΪΟΣ Κρήτη Κως Λάρισα Λέσβος Λευκάδα Λήμνος Λόγος Λύκειον Ελληνίδων Μεσολόγγι Μουσική Ναύπακτος Ναύπλιο Νεκρολογία ΞΑΝΘΗ Ξεναγήσεις Ολυμπία Ορεστειάδα Παιδαγωγικά Παιδιά Πάρος Παρουσιάσεις Πάτμος Πάτρα ΠεριΟινουΣκιας Πόρος Πρόσωπα Προσωπικότητες Ρόδος Σάμος Σαντορίνη Σκηνογραφία Σκιάθος Σπέτσες Στήλη Άλατος Στυλ & Εποχές Συλλογές Συναυλίες Συνέντευξη ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ Τέχνες Τέχνη Τεχνολογία Τζια ΤΗΝΟΣ Τρίκαλα Τρίπολη ΥΔΡΑ Υποτροφίες Φλώρινα ΦΟΛΕΓΑΝΔΡΟΣ Φωτογραφία Χαλκίδα Χανιά Χειροτεχνίες Χίος Χορηγίες Χορός Ψηφιδωτό Ψυχολογία Ψυχολογία στην καθημερινότητα