Η αίθουσα τέχνης Τεχνοχώρος , στη Λεμπέση 12 στην Ακρόπολη, υποδέχεται το νέο έτος με την πρώτη εικαστική έκθεση της χρονιάς, την ατομική έκθεση ζωγραφικής του Φώτη Κλογέρη με τίτλο "Αστική Εντροπία". Η έκθεση εγκαινιάζεται την Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020 στις 20:00 και θα διαρκέσει μέχρι και το Σάββατο 1η Φεβρουαρίου. Το κείμενο τεκμηρίωσης της έκθεσης, το οποίο παρατίθεται εδώ αυτουσιο, υπογράφει ο εικαστικός επιμελητής Πάρης Καπράλος.
Επίγονος μιας πλούσια παράδοσης Ελληνικής Αστικής τοπιογραφίας ο Φώτης Κλογέρης διακρίνεται για την αποτύπωση της κίνησης, την έκρηξη χρώματος, την συνθετική δεινότητα και μια αφαιρετική προσέγγιση στις πανοραμικές απόψεις δρόμων και κτιρίων, στον θόρυβο και την κίνηση της πόλης και στην μη ευθεία απεικόνιση ανθρώπου, αλλά περισσότερο του κινητικού αποτυπώματος του, και της αίσθησης του θορύβου της πόλης. Ο ζωγράφος απαντά με τον δικό του τρόπο αποδίδοντας μία σύγχρονη και αξιοπρόσεκτη άποψη.
Η σύγχρονη τέχνη συνδιαλέγεται με το αστικό τοπίο με πολλούς τρόπους διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα. Με απαρχές πιο πρόσφατες από αυτές άλλων ευρωπαϊκών χωρών, οι Έλληνες ζωγράφοι στράφηκαν προς τη μεγάλη πόλη αρχικά ως διερεύνηση του νέου πλαισίου ζωής στον μεσοπόλεμο θέτοντας ισχυρά θεμέλια για την αστική τοπιογραφία που θα αναπτυχθεί σε κυρίαρχη περιοχή εστίασης της μοντέρνας και στην συνέχεια της σύγχρονης τέχνης μεταπολεμικά. Στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, οι καλλιτέχνες αντέδρασαν στην αστικοποίηση και τη μεταβολή του προσώπου της πόλης, εγκαινιάζοντας την πρώτη περίοδο μιας της αστικής τοπιογραφίας στην Ελλάδα, κυρίως στην Αθήνα. Στην αστική τοπιογραφία της Θεσσαλονίκης κυριαρχούν θαμπά και σκούρα χρώματα, λόγω του υγρού κλίματος, με αποτέλεσμα η ατμόσφαιρα να αποπνέει εσωστρέφεια. Η αρχαιότητα, η πολύπλοκη αρχιτεκτονική παράδοση της πόλης, καθιστά έντονη την παρουσία βυζαντινών μνημείων, την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Άνω Πόλης, τις αναφορές στις εργατικές συνοικίες. Κατόπιν της απελευθέρωσης της πόλης το 1912, οι ζωγράφοι Νίκος Φωτάκης, Πολύκλειτος Ρέγκος, Χρίστος Λεφάκης και Γιώργος Παραλής δημιούργησαν μια πρώτη βορειοελλαδίτικη “σκηνή”, ενώ οι αλλεπάλληλες “προσφυγιές” έκαναν πολύχρωμη την πόλη, από την δεκαετία του '50 και εξής η αστυφιλία προκάλεσε νέες προσεγγίσεις στο ζωγραφικό αστικό τοπίο, με πρώτο τον Νίκο-Γαβριήλ Πεντζίκη, ο οποίος καταγράφει παράλληλα παλιά και νεότερη πραγματικότητα, ενώ οι Γιώργος Παραλής και Τάκης Ιατρού μέσα από μια ρεαλιστική καταγραφή, στρέφονται προς τις παλιές, λαϊκές γειτονιές με τα γραφικά μαγαζάκια και το ιστορικό τοπίο της Άνω Πόλης, για να αποτυπώσουν εξιδανικευμένα την εικόνα της πόλης που χάνεται, αντίθετα με τον Λουκά Βενετούλια που διατύπωσε λίγο αργότερα έναν ενδιαφέροντα κριτικό ρεαλισμό. Η σταθεροποιητικές τάσεις σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο των δεκαετιών του '80 και του '90 ενδιαφέρονται συχνά για αφηγηματική διατύπωση του αστικού τοπίου και την συμπλοκή του με προσωπικές ιστορίες, ή θέλουν τον ζωγράφο αμέτοχο παρατηρητή και δανειζόμενοι το βλέμμα ενός φωτορεπόρτερ ή ντοκιμαντερίστα, δίνοντας έμφαση στο στιγμιότυπο.
Σήμερα, η μοναξιά και αποξένωση, η ψυχολογία των ατόμων στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, ο διάλογος μεταξύ αστικού και φυσικού τοπίου ζητούν έναν νέο τρόπο αποτύπωσης και φυσικά εγείρουν νέα θέματα ενδιαφέροντος απαντώντας στους τρέχοντες προβληματισμούς και διακυβεύματα. Στην τρέχουσα σειρά έργων του Φώτη Κλογέρη η κίνηση αποτυπώνεται στον καμβά, συχνά κενή συναισθήματος ή με έναν συγκαλυμμένο λυρισμό που αποκαλύπτει τις αντιφάσεις και τα αντικρουόμενα συναισθήματα έλξης-απώθησης που βιώνει ο άνθρωπος στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Είναι η ίδια η πόλη που ενδιαφέρει τον καλλιτέχνη, όπως "γράφει"στο ανθρώπινο συνειδητό και εγγράφεται στο συλλογικό ασυνείδητο. Το στοιχείο που καθιστά μοναδική την προσέγγιση του ζωγράφου είναι μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της χειρονομιακής ζωγραφικής και της σχέσης με το χρώμα του κολορίστα που είναι ο ζωγράφος. Μια νεο-ιμπρεσσιονιστική διάθεση αναδύεται από τα έργα του, καθώς το σημείο εστίασης της προσοχής του δεν εδράζεται σε αυτό που βλέπει το μάτι αλλά στην γενική εντύπωση που αντιλαμβάνεται το μυαλό σε πρώτη ανάγνωση. Τα έργα του περιέχουν θόρυβο, και το συνολικό αποτέλεσμα κινήσεων αντίρροπων, αμφίρροπων και χαοτικών, όπως πραγματικά συμβαίνει στις πόλεις μας, στο πλήθος των ανθρώπων που διακινούνται, διαβιούν ή απλά περνούν, εκτελώντας κάθε στιγμή συναντήσεις και μίξεις του ιδιωτικού με τον δημόσιο χώρο.
Σε τεχνικό επίπεδο, αν και στην ελαιογραφία σε μεγάλο βαθμό έχει ανταλλάξει τα πινέλα με την σπάτουλα, ο Κλογέρης δεν επαφίεται στην υπερβολική χρήση πάστας, αλλά περισσότερο στην αποτύπωση πολλαπλών επιμέρους στοιχείων με αφαιρετικό τρόπο. Στην κυριολεξία ο θεατής υποθέτει μια λεπτομέρεια που δεν υπάρχει ή διατυπώνεται εντελώς αφαιρετικά, καθώς, εξαιτίας της άρτιας αποτύπωσης της κίνησης, το μυαλό προσθέτει στην αντίληψη του κάδρου στοιχεία που δεν βρίσκονται εκεί.
Στην υδατογραφία, αξιοσημείωτη για τα σύγχρονα Ελληνικά δεδομένα είναι η έρευνα του καλλιτέχνη σε πολλά διαφορετικά χαρτιά και τεχνικές, όπως και στην χρήση υδατοδιαλυτών χρωμάτων και την ανάμιξη τους με μεθόδους λιγότερο συνηθισμένες στην Ελληνική σκηνή της τέχνης. Μορφοπλαστικά τα έργα υδατογραφίας του καλλιτέχνη εμφανίζονται πιο αφηρημένα, ενώ το δίπολο αστικού – φυσικού τοπίου αξιοποιείται σε ορισμένους πίνακες του μάλλον για να τονίσει την επέκταση του αστικού τοπίου ή την εγγραφή του στο φυσικό.
Πληροφορίες για την έκθεση βρίσκετε ΕΔΩ.
Επίγονος μιας πλούσια παράδοσης Ελληνικής Αστικής τοπιογραφίας ο Φώτης Κλογέρης διακρίνεται για την αποτύπωση της κίνησης, την έκρηξη χρώματος, την συνθετική δεινότητα και μια αφαιρετική προσέγγιση στις πανοραμικές απόψεις δρόμων και κτιρίων, στον θόρυβο και την κίνηση της πόλης και στην μη ευθεία απεικόνιση ανθρώπου, αλλά περισσότερο του κινητικού αποτυπώματος του, και της αίσθησης του θορύβου της πόλης. Ο ζωγράφος απαντά με τον δικό του τρόπο αποδίδοντας μία σύγχρονη και αξιοπρόσεκτη άποψη.
Η σύγχρονη τέχνη συνδιαλέγεται με το αστικό τοπίο με πολλούς τρόπους διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα. Με απαρχές πιο πρόσφατες από αυτές άλλων ευρωπαϊκών χωρών, οι Έλληνες ζωγράφοι στράφηκαν προς τη μεγάλη πόλη αρχικά ως διερεύνηση του νέου πλαισίου ζωής στον μεσοπόλεμο θέτοντας ισχυρά θεμέλια για την αστική τοπιογραφία που θα αναπτυχθεί σε κυρίαρχη περιοχή εστίασης της μοντέρνας και στην συνέχεια της σύγχρονης τέχνης μεταπολεμικά. Στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, οι καλλιτέχνες αντέδρασαν στην αστικοποίηση και τη μεταβολή του προσώπου της πόλης, εγκαινιάζοντας την πρώτη περίοδο μιας της αστικής τοπιογραφίας στην Ελλάδα, κυρίως στην Αθήνα. Στην αστική τοπιογραφία της Θεσσαλονίκης κυριαρχούν θαμπά και σκούρα χρώματα, λόγω του υγρού κλίματος, με αποτέλεσμα η ατμόσφαιρα να αποπνέει εσωστρέφεια. Η αρχαιότητα, η πολύπλοκη αρχιτεκτονική παράδοση της πόλης, καθιστά έντονη την παρουσία βυζαντινών μνημείων, την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Άνω Πόλης, τις αναφορές στις εργατικές συνοικίες. Κατόπιν της απελευθέρωσης της πόλης το 1912, οι ζωγράφοι Νίκος Φωτάκης, Πολύκλειτος Ρέγκος, Χρίστος Λεφάκης και Γιώργος Παραλής δημιούργησαν μια πρώτη βορειοελλαδίτικη “σκηνή”, ενώ οι αλλεπάλληλες “προσφυγιές” έκαναν πολύχρωμη την πόλη, από την δεκαετία του '50 και εξής η αστυφιλία προκάλεσε νέες προσεγγίσεις στο ζωγραφικό αστικό τοπίο, με πρώτο τον Νίκο-Γαβριήλ Πεντζίκη, ο οποίος καταγράφει παράλληλα παλιά και νεότερη πραγματικότητα, ενώ οι Γιώργος Παραλής και Τάκης Ιατρού μέσα από μια ρεαλιστική καταγραφή, στρέφονται προς τις παλιές, λαϊκές γειτονιές με τα γραφικά μαγαζάκια και το ιστορικό τοπίο της Άνω Πόλης, για να αποτυπώσουν εξιδανικευμένα την εικόνα της πόλης που χάνεται, αντίθετα με τον Λουκά Βενετούλια που διατύπωσε λίγο αργότερα έναν ενδιαφέροντα κριτικό ρεαλισμό. Η σταθεροποιητικές τάσεις σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο των δεκαετιών του '80 και του '90 ενδιαφέρονται συχνά για αφηγηματική διατύπωση του αστικού τοπίου και την συμπλοκή του με προσωπικές ιστορίες, ή θέλουν τον ζωγράφο αμέτοχο παρατηρητή και δανειζόμενοι το βλέμμα ενός φωτορεπόρτερ ή ντοκιμαντερίστα, δίνοντας έμφαση στο στιγμιότυπο.
Σήμερα, η μοναξιά και αποξένωση, η ψυχολογία των ατόμων στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, ο διάλογος μεταξύ αστικού και φυσικού τοπίου ζητούν έναν νέο τρόπο αποτύπωσης και φυσικά εγείρουν νέα θέματα ενδιαφέροντος απαντώντας στους τρέχοντες προβληματισμούς και διακυβεύματα. Στην τρέχουσα σειρά έργων του Φώτη Κλογέρη η κίνηση αποτυπώνεται στον καμβά, συχνά κενή συναισθήματος ή με έναν συγκαλυμμένο λυρισμό που αποκαλύπτει τις αντιφάσεις και τα αντικρουόμενα συναισθήματα έλξης-απώθησης που βιώνει ο άνθρωπος στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Είναι η ίδια η πόλη που ενδιαφέρει τον καλλιτέχνη, όπως "γράφει"στο ανθρώπινο συνειδητό και εγγράφεται στο συλλογικό ασυνείδητο. Το στοιχείο που καθιστά μοναδική την προσέγγιση του ζωγράφου είναι μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της χειρονομιακής ζωγραφικής και της σχέσης με το χρώμα του κολορίστα που είναι ο ζωγράφος. Μια νεο-ιμπρεσσιονιστική διάθεση αναδύεται από τα έργα του, καθώς το σημείο εστίασης της προσοχής του δεν εδράζεται σε αυτό που βλέπει το μάτι αλλά στην γενική εντύπωση που αντιλαμβάνεται το μυαλό σε πρώτη ανάγνωση. Τα έργα του περιέχουν θόρυβο, και το συνολικό αποτέλεσμα κινήσεων αντίρροπων, αμφίρροπων και χαοτικών, όπως πραγματικά συμβαίνει στις πόλεις μας, στο πλήθος των ανθρώπων που διακινούνται, διαβιούν ή απλά περνούν, εκτελώντας κάθε στιγμή συναντήσεις και μίξεις του ιδιωτικού με τον δημόσιο χώρο.
Σε τεχνικό επίπεδο, αν και στην ελαιογραφία σε μεγάλο βαθμό έχει ανταλλάξει τα πινέλα με την σπάτουλα, ο Κλογέρης δεν επαφίεται στην υπερβολική χρήση πάστας, αλλά περισσότερο στην αποτύπωση πολλαπλών επιμέρους στοιχείων με αφαιρετικό τρόπο. Στην κυριολεξία ο θεατής υποθέτει μια λεπτομέρεια που δεν υπάρχει ή διατυπώνεται εντελώς αφαιρετικά, καθώς, εξαιτίας της άρτιας αποτύπωσης της κίνησης, το μυαλό προσθέτει στην αντίληψη του κάδρου στοιχεία που δεν βρίσκονται εκεί.
Στην υδατογραφία, αξιοσημείωτη για τα σύγχρονα Ελληνικά δεδομένα είναι η έρευνα του καλλιτέχνη σε πολλά διαφορετικά χαρτιά και τεχνικές, όπως και στην χρήση υδατοδιαλυτών χρωμάτων και την ανάμιξη τους με μεθόδους λιγότερο συνηθισμένες στην Ελληνική σκηνή της τέχνης. Μορφοπλαστικά τα έργα υδατογραφίας του καλλιτέχνη εμφανίζονται πιο αφηρημένα, ενώ το δίπολο αστικού – φυσικού τοπίου αξιοποιείται σε ορισμένους πίνακες του μάλλον για να τονίσει την επέκταση του αστικού τοπίου ή την εγγραφή του στο φυσικό.
Εικαστικός Επιμελητής