ΣΤΙΣ αρχές του αιώνα στην Ελλάδα υπάρχουν 33 εκδότες σχολικών βιβλίων ενώ στην Γαλλία μόνο 7. Ο κατάλογος τού βιβλίου «Νεοελληνικά Αλφαβητάρια» της Ε.Κεφαληναίου πού βασίστηκε στα αρχεία της Εθνικής Βιβλιοθήκης και του Α.Π.Θ περιλαμβάνει 366 καταχωρήσεις μέχρι το 1979. Φαίνεται λοιπόν ότι τα νεοελληνικά αλφαβητάρια εμφανίζουν μία αριθμητικά αξιοπρόσεκτη παρουσία και όπως θα δούμε στην συνέχεια μία πολυμορφία αξιοσημείωτη αν συγκριθούν με αυτά της αντίστοιχης περιόδου στην Ευρώπη. Η εικονογράφηση τού αλφαβηταρίου του ΟΕΣΒ το1949 από τον Κώστα Γραμματόπουλο κερδίζει το Α΄βραβείο στο Διεθνές Παιδαγωγικό Συμπόσιο και την Διεθνή Έκθεση του Λαίκεν στο Βέλγιο. Η διάκριση φαίνεται ιδιαίτερα σημαντική αν σκεφθεί κανείς την οικονομική καχεξία τής χώρας, τον πολιτιστικό αποκλεισμό λόγω των εθνικιστικών τάσεων πού έχουν εμφανισθεί από καιρό και τον ιδιαίτερα θολό ορίζοντα προσδοκιών για τα παιδαγωγικά πράγματα της εκείνη την περίοδο.
του Παναγιώτη Μπερεδήμα*
Το Ελληνικό έντυπο βιβλίο γεννιέται στα τέλη τού 15ου αιώνα έξω από την Ελλάδα. Οι πρώτοι έμποροι-εκδότες σαν τον Bonus Accursius γρήγορα αντιλαμβάνονται το πάθος πoυ υπάρχει στην Ουμανιστική Ευρώπη για τα Ελληνικά χειρόγραφα. Έτσι από το τυπογραφείο του στα 1481 πρώτο-παρουσιάζεται στην Αναγεννησιακή Ιταλία ένα έντυπο Ψαλτήρι. Μετά από λίγα χρόνια τυπώνεται ένα ακόμα Ψαλτήρι (1497) από τον πρώτο ιδιοκτήτη Ελληνικού τυπογραφείου Αλέξανδρο τού Γεωργίου από τον Χάνδακα τής Κρήτης. Φυσικά τα βιβλία αυτά προορίζονται για Εκκλησιαστική Λειτουργική χρήση χωρίς όμως αυτό να εμποδίζει την χρησιμοποίησή τους, μαζί με τα χειρόγραφα «μαθηματάρια» , σαν βιβλία ανάγνωσης καθώς και σαν καλλιγραφικά υποδείγματα κατά τούς χρόνους της Τουρκοκρατίας. Το τυπογραφικό τους κέντρο βρίσκεται για όλο σχεδόν το τελευταίο μισό τού 15ου αιώνα στην Αναγεννησιακή Ιταλία με κυριότερη εστία την Βενετία όπου στα τέλη τού 17ου αιώνα και θα ιδρυθούν τα τρία Ελληνικής πλέον ιδιοκτησίας τυπογραφεία. Οι ιδιαιτερότητες τής Ελληνικής γραφής με τούς τόνους και τα πνεύματα και τα πολυποίκιλα βοηθητικά σημεία δημιουργεί τεχνικές δυσκολίες για τούς χαράκτες τυπογραφικών στοιχείων αναγκάζοντας έτσι το Ελληνικό βιβλίο να έχει περιορισμένη παρουσία στην βιβλιαγορά τής Δύσης. Βλέπουμε λοιπόν σε σύνολο 40.000 βιβλίων πού κυκλοφορούν το τελευταίο τέταρτο τού αιώνα, μόνο τα 65 περίπου να είναι Ελληνικά.
Έξω από την Ιταλία Ελληνικά βιβλία εμφανίζονται στις αρχές τού16ου αιώνα. Στο Παρίσι ο ουμανιστής νομικός Francois Tissard αναθέτει στον Gilles de Gourmont να χαράξει ελληνικό αλφάβητο πού με αυτό τυπώνεται στα τέλη του 1507 το πρώτο ελληνικό αλφαβητάριο, το Alfabetum Graecum. Ο τίτλος τού βιβλίου αυτού γίνεται αργότερα από τούς μελετητές όνομα κατηγορίας βιβλίων και αφορά τα αλφαβητάρια πού απευθύνονταν σε ξενόγλωσσους ενήλικες. Η εμπορική επιτυχία τού βιβλίου καθώς και η εύνοια τού βασιλιά Λουδοβίκου ΙΒ΄ για τα Ελληνικά γράμματα ωθούν τον Gilles de Gourmont να συνεχίσει να εκδίδει ελληνόγλωσσα βιβλία και να υπογράφει τα έργα του σαν Primus graecarum litterarium Parrhisiis impresor. Όπως είναι φυσικό ακολουθούν και άλλοι τυπογράφοι με γνωστότερους τους Estienne η Στέφανους. Στην Βασιλεία ο Johan Froben με παρότρυνση του κόσμο-πολίτη, mundi civis, Έρασμου (Erasmus,φιλολογικό όνομα του Gerhard Gerhards1469-1536) το 1516 τυπώνει την γραμματική του Θ .Γαζή εικονογραφημένη από τον τότε νεαρότατο και άσημο Hans Holbein( 1497-1543 ), o ίδιος καλλιτέχνης έχει εικονογραφήσει λίγο πιο πριν το « Μωρίας Εγκώμιον». Στα 1543 ο φίλος τού Λούθηρου, κυριότερου αντίπαλου του Έρασμου, V.Ickelsamer συγγράφει και δημοσιεύει στην Γερμανία το αλφαβητάριο του.
Aνάμεσα
στα 1815 και 1831 εντοπίζουμε έντονη εκτυπωτική δραστηριότητα από
ιεραποστολές Αγγλικές όπως οι Church Missionary Society, London
Missionary Society, British and Foreign Bible Society και Αμερικάνικες
όπως η American Board of Commissioners for Foreign Missions πού μέλη
της ήταν μαθητές του Ν. Βάμβα στη Χίο το1820 . Η εκτυπωτική τους
δραστηριότητα περιλαμβάνει και έκδοση σχολικών βιβλίων και φυσικά
αλφαβηταρίων. ο τυπογραφείο τής Αmerican Board πού ιδρύεται στην Μάλτα
το 1822 και λειτουργεί εκεί μέχρι το 1833 με την φροντίδα τού
Ιεραπόστολου Daniel Temple (1789-1851) τυπώνει περίπου εκατόν δέκα
βιβλιαράκια αρκετά από τα οποία είναι σχολικά βιβλία στην Ελληνική
γλώσσα για τα δημοτικά σχολεία. Το «Απλούν Αλφαβητάριον δια τα παιδία»
( σε α΄ έκδοση 1828,β΄1829 και γ΄1831 ) αναφέρει σαν τόπο εκτύπωσης
του εικονογραφημένου Ά μέρους: «Εν Ανδοβηρία ι τής Αμερικής 1831»,
βοηθώντας μας να συμπεράνουμε ότι εκτός από το τυπογραφείο τής Μάλτας,
πού το 1833 μεταφέρεται στην Σμύρνη για να συνεχίσει εκεί την
δραστηριότητά του, υπάρχει και άλλο ή άλλα στην μητρόπολη Βοστώνη πού
υποστηρίζουν το έργο τού «αιδεσιμότατου Δανιήλ Τέμπλου». Οι «σε όρθιο
ξύλο» εικονογραφήσεις τους, συνήθως παραστάσεις πού αφορούν την
διδασκαλία και την ζωή μέσα στην τάξη, είναι όπως και τα κείμενα
«ερανισθέντα εκ των παιδικών βιβλίων τής Αγγλίας και των Ηνωμένων
Πολιτειών τής Αμερικής» όπως αναφέρει το αλφαβητάριο «Ο Αναγνώστης, εν
Μελίτη (Μάλτα) εκ τής Αμερικαν(ικ)ής Τυπογραφίας 1831».
Το δεύτερο τυπογραφείο φαίνεται ότι ήταν τής Church Missionary Society (Tυπογραφία τής εν τη Αγγλικανή Εκκλησία Εξαποστολικής Εταιρίας ), πού ιδρύθηκε στην Μάλτα το 1825 και λειτούργησε ως το 1842.
Το τρίτο τυπογραφείο του αιδεσιμότατου Σ .Χ. Ουίλσον τής London Missionary Society, (Τυπογραφία τής εν Λονδίνωι Αποστολικής Εταιρίας ), πιθανότατα λειτούργησε στην Μάλτα από το 1825 έως τo 1835.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν τα Αγγλικά τυπογραφεία είχαν στην Μάλτα εκτυπωτικές πρέσες ή γινόταν απλά βιβλιοδέτηση τυπωμένων 16σέλιδων στην Αγγλία είτε από στο τυπογραφείο του αμερικανού αιδεσιμότατου Τέμπλ. Έτσι κυκλοφόρησαν από τις προτεσταντικές Ιεραποστολές πλήθος από βιβλία σχολικά, νεοελληνικές μεταφράσεις της Βίβλου , αλφαβητάρια όπως το «Χρυσούν Αλφαβητάριον», το «Απλούν Αλφαβητάριον», «Ο Αναγνώστης», «Του Δασκάλου ο οδηγός», καθώς και πλήθος πρακτικών εγχειριδίων. Το «Εγχειρίδιον εις χρήσιν των Νηπιακών Σχολείων» που μας είναι σήμερα γνωστό από νεότερη έκδοσή του στην Σμύρνη το 1841 και ύστερα , «εκ της τυπογραφίας Γ.Γριφφίτου, (G.Griffith ?)»έχει προφανώς την ίδια καταγωγή. To « Aπλούν Αλφαβητάριον» που επανεκδίδεται και αυτό στην Σμύρνη επίσης το 1841, από την τυπογραφία του Α. Δαμιανού, μας είναι σήμερα γνωστό, από την Κεφαληναίου, σαν «Σμυρναίικο Αλφαβητάρι». Οι εικονογραφήσεις τους, μας επιτρέπουν να τα ταυτίσουμε με τα παλαιότερα, ενώ η γλώσσα τους είναι ένα ιδιότυπο είδος «καθομιλούμενης νεοελληνικής». Μετά την δολοφονία του Καποδίστρια η Episcopal Missionary Society of America και οι νέοι μισσιονάριοι που έρχονται ιδρύουν εκτός από σχολεία και ένα τυπογραφείο στην Αθήνα. Το διευθύνει ο αιδεσιμότατος John Jacob Robertson, και ο σπουδασμένος στην Βοστώνη τυπογράφος Γεώργιος Πολυμέρης το αναλαμβάνει μετά την αποχώρηση του Solomon Bingham στα 1833.
Το δεύτερο τυπογραφείο φαίνεται ότι ήταν τής Church Missionary Society (Tυπογραφία τής εν τη Αγγλικανή Εκκλησία Εξαποστολικής Εταιρίας ), πού ιδρύθηκε στην Μάλτα το 1825 και λειτούργησε ως το 1842.
Το τρίτο τυπογραφείο του αιδεσιμότατου Σ .Χ. Ουίλσον τής London Missionary Society, (Τυπογραφία τής εν Λονδίνωι Αποστολικής Εταιρίας ), πιθανότατα λειτούργησε στην Μάλτα από το 1825 έως τo 1835.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν τα Αγγλικά τυπογραφεία είχαν στην Μάλτα εκτυπωτικές πρέσες ή γινόταν απλά βιβλιοδέτηση τυπωμένων 16σέλιδων στην Αγγλία είτε από στο τυπογραφείο του αμερικανού αιδεσιμότατου Τέμπλ. Έτσι κυκλοφόρησαν από τις προτεσταντικές Ιεραποστολές πλήθος από βιβλία σχολικά, νεοελληνικές μεταφράσεις της Βίβλου , αλφαβητάρια όπως το «Χρυσούν Αλφαβητάριον», το «Απλούν Αλφαβητάριον», «Ο Αναγνώστης», «Του Δασκάλου ο οδηγός», καθώς και πλήθος πρακτικών εγχειριδίων. Το «Εγχειρίδιον εις χρήσιν των Νηπιακών Σχολείων» που μας είναι σήμερα γνωστό από νεότερη έκδοσή του στην Σμύρνη το 1841 και ύστερα , «εκ της τυπογραφίας Γ.Γριφφίτου, (G.Griffith ?)»έχει προφανώς την ίδια καταγωγή. To « Aπλούν Αλφαβητάριον» που επανεκδίδεται και αυτό στην Σμύρνη επίσης το 1841, από την τυπογραφία του Α. Δαμιανού, μας είναι σήμερα γνωστό, από την Κεφαληναίου, σαν «Σμυρναίικο Αλφαβητάρι». Οι εικονογραφήσεις τους, μας επιτρέπουν να τα ταυτίσουμε με τα παλαιότερα, ενώ η γλώσσα τους είναι ένα ιδιότυπο είδος «καθομιλούμενης νεοελληνικής». Μετά την δολοφονία του Καποδίστρια η Episcopal Missionary Society of America και οι νέοι μισσιονάριοι που έρχονται ιδρύουν εκτός από σχολεία και ένα τυπογραφείο στην Αθήνα. Το διευθύνει ο αιδεσιμότατος John Jacob Robertson, και ο σπουδασμένος στην Βοστώνη τυπογράφος Γεώργιος Πολυμέρης το αναλαμβάνει μετά την αποχώρηση του Solomon Bingham στα 1833.
Στην Ύδρα τον Ιούνιο του 1821 ο Αλ. Υψηλάντης φέρνει μαζί του από την
Ιταλία ένα πιεστήριο πού όμως δεν λειτουργεί ποτέ λόγω έλλειψης
χειριστή, αντίθετα λειτουργεί ένα πού κατασκευάζει κάποιος Ελβετός
ωρολογοποιός με έξοδα του Τομπάζη το 1822. Στις αρχές του1824 έρχεται
να προστεθεί και ένα ακόμη πού δωρίζει ο Ambroise Firmin Didot . Εκεί
τυπώνονται εκτός από μια εφημερίδα των αδελφών Γ και Λ. Κουντουριώτη ,
¨Ο Φίλος του Νόμου¨(1824-1827), και σχολικά βιβλία φυσικά και
Αλφαβητάρια. Η εφημερίδα ανήκει στον Ιωσήφ Ν.Κιάππε που μάλλον αυτό
είναι το όνομα τού Ελβετού. Τα βιβλία πού δεν προέρχονται από τις
ιεραποστολές και χρησιμοποιούνται σαν αλφαβητάρια εμφανίζουν κοινά
χαρακτηριστικά, εκτός από την αυστηρή καθαρεύουσα με αρχαϊκές λέξεις πού
μεταχειρίζονται. Συνήθως είναι χωρισμένα σε δύο μέρη, στο πρώτο σαν
υπόδειγμα για αντιγραφική εξάσκηση με « χαλκογραφημένα πρότυπα» και στο
δεύτερο σαν εξάσκηση στην ανάγνωση. Επίσης για πολλά από αυτά, τα
έξοδα εκτύπωσης, ακόμα και της διανομής, αναλαμβάνουν εύποροι Έλληνες
της διασποράς το όνομα των οποίων αναγράφεται στην σελίδα τίτλου του
βιβλίου. Η διακόσμησή τους, εκτός εκείνου του Κοκκώνη, ακολουθεί τα
εκκλησιαστικά μεταβυζαντινά πρότυπα. Η εικονογράφηση είναι εξαιρετικά
λίγη, αποτελείται κυρίως από θρησκευτικές παραστάσεις, όπως στην
«Οκτώηχο» του 1523 των αδελφών Κουνάδη και των Damiano di Santa Maria-
da Sabbio, πού έχει τρεις ξυλογραφίες και το «Μέγα Αλφαβητάριο» του
1771 που έχει στην σελίδα τίτλου ξυλογραφημένη παράσταση της Αγίας
Τριάδας, όχι φυσικά Βυζαντινής τεχνοτροπίας. Οι εικονογραφική παράσταση
της προμετωπίδας του Αλφαβηταρίου του Κοκκώνη αναφέρεται με αρκετή
αφέλεια θα λέγαμε σε σκηνές από την σχολική ζωή χωρίς όμως ιδιαίτερη
σύνδεση με το κείμενο και συνοδεύεται από αποφθέγματα του τύπου «διπλούν
δ΄ ορώσιν οι μαθόντες γράμματα». Αντίθετα στα Ιεραποστολικά
αλφαβητάρια οι εικόνες αναφέρονται άμεσα στο κείμενο, στην πρόταση
φράση ή λέξη, πού εικονογραφούν με στυλιζαρισμένες παραστάσεις. Εδώ
είναι εμφανέστατα τα πρότυπα των εικονογραφήσεων της Μεγάλης
Διδακτικής ( Μagna Didactica ) του Κομένιους (Comenius1592-1672) από
τους Van de Passe, στην Βοημική το 1628-1632 και των επανεκδόσεών της
στην Λατινική τό1657. Κυκλοφορεί μεταφρασμένη στα Ελληνικά και στην
Αθήνα, στα 1912.
Σε αυτό το σημείο δεν πρέπει να αγνοήσουμε τον ρόλο πού είχαν στο «Φανταστικό Μουσείο» των εικονογράφων της εποχής τα Βιβλία Εμβλημάτων (Emblem Books) του τέλους του 16ου ,αρχών 17ου αιώνα, τα οποία οι Ιησουΐτες μοναχοί ,που αντιλήφθηκαν γρήγορα τις δυνατότητες τους, χρησιμοποιούν σαν μέσα διδασκαλίας. Ένα τέτοιο είναι το Veridicus Cristianus του Πατέρα Ζάν Νταβίντ πού τυπώνεται στα 1601στην Αμβέρσα. Τα Βιβλία Εμβλημάτων έχουν επηρεάσει όχι μόνον τις εικονογραφήσεις των Καθολικών και Ιησουΐτικων βιβλίων αλλά και την διακόσμηση σε υφάσματα ,χαλιά ,έπιπλα και τοιχογραφικές εργασίες ακόμα και στις Προτεσταντικές χώρες. Η Σαικσπηρική Αγγλία έχει ήδη καταληφθεί από τους ζωγραφιστούς (Putti) «ερωτιδείς».Τα Emblemes του Francis Quarle πού πρωτοτυπώθηκαν το 1635 ανατυπώνονται σε πρωτοφανείς αριθμούς εκδόσεων μέχρι και τον 19ο αιώνα. Οι ξυλογραφίες του πρωτομάστορα εικονογραφo Crispin Van de Passe στο Nucleus emblematum selectissimum του Gabriel Rollenhagen (Κολωνία 1611-13) επιζούν στις Γαλλικές και Γερμανικές επανεκδόσεις του.
Οι τεχνίτες της εικονογράφησης χρησιμοποιούν σαν κύριο εργαλείο την ξυλογραφία παρά τα μειονεκτήματα της. Η χάραξη σε πλάγιο ξύλο γίνεται γρήγορα και εύκολα, όμως οι μήτρες του πλάγιου ξύλου παρά τις επεξεργασίες πού τους γίνονται αντέχουν για περιορισμένο αριθμό τυπωμάτων. Τα τυπώματα πού γίνονται μέχρι τότε από χαλκό ή ατσάλι έχουν το μειονέκτημα ότι γίνονται με υπόγλυφο μελάνωμα και όχι με αναγλυφικό όπως αυτό των κινητών στοιχείων-γραμμάτων. Το πρόβλημα των εικονογράφων των βιβλίων το λύνει με την χρήση του «όρθιου ξύλου» ο, πατέρας της Αναγέννησης της Βρετανικής Ξυλογραφίας και μαθητής του χαράκτη τραπεζογραμματίων Ralph Beilby (1743-1817),ο Thomas Bewick (1753-1828). Ο Μπήουικ προσπάθησε στα 1768, να εικονογραφήσει με την μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια το βιβλίο του φίλου του Δρα Τσάρλς Χάττον «Πραγματείες στις μετρήσεις» ακολουθώντας τις οδηγίες του. Με αυτήν την τεχνική λέγεται ότι ο ίδιος ο Μπήουικ έκανε 900.000 «τραβήγματα» από την ίδια μήτρα για εφημερίδα του Νιούκαστλ χωρίς να χαθεί η πιστότατη απόδοση των λεπτομερειών της εικόνας.
Όπως όμως είδαμε μέχρι τώρα το Παιδικό Σχολικό Βιβλίο μέχρι την οριστική εγκατάστασή του στην Ελλάδα στα 1831 προσφέρεται, από τους «Φιλέλληνες» Ιεραπόστολους της Βοστώνης και του Λονδίνου,«δωρεάν» και «αφιλοκερδώς» στην καινούρια χώρα που προσπαθεί να σταθεί μετά από 400 χρόνια στα πόδια της. Άραγε πίσω από αυτή την προσφορά δεν κρύβονται τα έστω αραχνοΰφαντα πλοκάμια του εμπορικού, πολιτικού ή θρησκευτικού άρα και οικονομικού συμφέροντος ;
Σε αυτό το σημείο δεν πρέπει να αγνοήσουμε τον ρόλο πού είχαν στο «Φανταστικό Μουσείο» των εικονογράφων της εποχής τα Βιβλία Εμβλημάτων (Emblem Books) του τέλους του 16ου ,αρχών 17ου αιώνα, τα οποία οι Ιησουΐτες μοναχοί ,που αντιλήφθηκαν γρήγορα τις δυνατότητες τους, χρησιμοποιούν σαν μέσα διδασκαλίας. Ένα τέτοιο είναι το Veridicus Cristianus του Πατέρα Ζάν Νταβίντ πού τυπώνεται στα 1601στην Αμβέρσα. Τα Βιβλία Εμβλημάτων έχουν επηρεάσει όχι μόνον τις εικονογραφήσεις των Καθολικών και Ιησουΐτικων βιβλίων αλλά και την διακόσμηση σε υφάσματα ,χαλιά ,έπιπλα και τοιχογραφικές εργασίες ακόμα και στις Προτεσταντικές χώρες. Η Σαικσπηρική Αγγλία έχει ήδη καταληφθεί από τους ζωγραφιστούς (Putti) «ερωτιδείς».Τα Emblemes του Francis Quarle πού πρωτοτυπώθηκαν το 1635 ανατυπώνονται σε πρωτοφανείς αριθμούς εκδόσεων μέχρι και τον 19ο αιώνα. Οι ξυλογραφίες του πρωτομάστορα εικονογραφo Crispin Van de Passe στο Nucleus emblematum selectissimum του Gabriel Rollenhagen (Κολωνία 1611-13) επιζούν στις Γαλλικές και Γερμανικές επανεκδόσεις του.
Οι τεχνίτες της εικονογράφησης χρησιμοποιούν σαν κύριο εργαλείο την ξυλογραφία παρά τα μειονεκτήματα της. Η χάραξη σε πλάγιο ξύλο γίνεται γρήγορα και εύκολα, όμως οι μήτρες του πλάγιου ξύλου παρά τις επεξεργασίες πού τους γίνονται αντέχουν για περιορισμένο αριθμό τυπωμάτων. Τα τυπώματα πού γίνονται μέχρι τότε από χαλκό ή ατσάλι έχουν το μειονέκτημα ότι γίνονται με υπόγλυφο μελάνωμα και όχι με αναγλυφικό όπως αυτό των κινητών στοιχείων-γραμμάτων. Το πρόβλημα των εικονογράφων των βιβλίων το λύνει με την χρήση του «όρθιου ξύλου» ο, πατέρας της Αναγέννησης της Βρετανικής Ξυλογραφίας και μαθητής του χαράκτη τραπεζογραμματίων Ralph Beilby (1743-1817),ο Thomas Bewick (1753-1828). Ο Μπήουικ προσπάθησε στα 1768, να εικονογραφήσει με την μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια το βιβλίο του φίλου του Δρα Τσάρλς Χάττον «Πραγματείες στις μετρήσεις» ακολουθώντας τις οδηγίες του. Με αυτήν την τεχνική λέγεται ότι ο ίδιος ο Μπήουικ έκανε 900.000 «τραβήγματα» από την ίδια μήτρα για εφημερίδα του Νιούκαστλ χωρίς να χαθεί η πιστότατη απόδοση των λεπτομερειών της εικόνας.
Όπως όμως είδαμε μέχρι τώρα το Παιδικό Σχολικό Βιβλίο μέχρι την οριστική εγκατάστασή του στην Ελλάδα στα 1831 προσφέρεται, από τους «Φιλέλληνες» Ιεραπόστολους της Βοστώνης και του Λονδίνου,«δωρεάν» και «αφιλοκερδώς» στην καινούρια χώρα που προσπαθεί να σταθεί μετά από 400 χρόνια στα πόδια της. Άραγε πίσω από αυτή την προσφορά δεν κρύβονται τα έστω αραχνοΰφαντα πλοκάμια του εμπορικού, πολιτικού ή θρησκευτικού άρα και οικονομικού συμφέροντος ;
*Ο Δρ. Μπερεδήμας Παναγιώτης
είναι ζωγράφος και πρώην Διδάσκων
στο εργαστήριο Εικονογράφησης
Βιβλίου στο Τμήμα Εικαστικών
και Εφαρμοσμένων Τεχνών
στο εργαστήριο Εικονογράφησης
Βιβλίου στο Τμήμα Εικαστικών
και Εφαρμοσμένων Τεχνών
του Πανεπιστημίου Δυτ. Μακεδονίας