ΕΝA σημαντικό χαρακτηριστικό του ανθρώπινου πολιτισμού του 21ου αιώνα είναι αυτό της καθολικής συνειδητοποίησης του πεπερασμένου του πλανήτη. Η απομείωση των κοιτασμάτων και η γενικευμένη πτώχευσή της από πρώτες ύλες απέδειξαν περίτρανα ότι η οικονομική προσέγγιση που απαιτεί το προσωρινό του συνόλου των αγαθών που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος, προκειμένου να εξυπηρετήσει τη διαρκή κατανάλωση, ώστε να διατηρήσει σε κίνηση τον μηχανισμό του καπιταλιστικού συστήματος, δεν αποτελεί μία μη διατηρήσιμη πρακτική, αφού προεξοφλεί την ύπαρξη άπειρων πηγών πρώτων υλών στον πλανήτη.
του Σταύρου Μυρωνίδη*
του Σταύρου Μυρωνίδη*
Η συνειδητοποίηση της αδήριτης ανάγκης για επανάχρηση οδηγεί σε νέες μορφές ανάπτυξης. Το καλύτερο παράδειγμα δεν βρίσκεται μακρύτερα από το σπίτι μας, δίπλα στα αντικείμενα που μεγαλώνουν τα παιδιά μας: είναι τα έπιπλα. Ο χώρος του επίπλου στις μέρες μας έχει πέσει θύμα της κοντόφθαλμης λογικής του καταναλωτικού αγαθού, κατά την συλλογιστική του ζητήματος που περιγράφεται παραπάνω. Η άστοχη αυτή προσέγγιση τείνει να αγνοεί συστηματικά την ουσιαστική αξία του επίπλου ως διαρκούς αγαθού, διαμέσω μιας παράδοσης αιώνων.
Τα έπιπλα για πολλούς αιώνες κατασκευάζονταν με υπερηφάνεια από τεχνίτες προικισμένους με ταλέντο, που είχαν στόχο οι δημιουργίες τους να αντέξουν για πάντα. Τα στιβαρά έπιπλα του παρελθόντος είναι οικολογικά, επαναχρησιμοποιήσιμα και –αντίθετα με τους ισχυρισμούς των επικριτών της άποψης του γράφοντος- όχι μόνο δεν χάνονται θέσεις εργασίας από την υιοθέτηση της αγοράς, συντήρησης και επανάχρησής τους, αλλά γύρω τους αναπτύσσεται ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον οικοσύστημα παραδοσιακά ελληνικών επαγγελμάτων που δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας. Περεταίρω, το έπιπλο – αντίκα αντιστέκεται στον χρόνο, είναι ιδανικό για επανάχρηση καθώς λόγω της στιβαρότητας κατασκευής του, παραμένει χρηστικό, ενώ επίσης είναι δυνατή η μεταποίηση, αποτελώντας σε κάθε περίπτωση εξαιρετική αγορά σε επίπεδο επένδυση, καθώς –αντίθετα με άλλα αντικείμενα της καθημερινότητας μας- όσο παλιώνει τόσο μεγαλώνει η αξία μεταπώλησης της, σε περίπτωση που ο ιδικτητης της αποφασίσει για οποιονδήποτε λόγο να την διαθέσει.
Επιπλέον, τα υλικά από τα οποία είναι κατασκευασμένα τα έπιπλα αντίκες είναι οικολογικά εν τω συνόλω, καθώς δεν επιβαρύνουν ούτε το περιβάλλον ούτε την υγεία των ανθρώπων και άλλων ζωντανών οργανισμών. Αντίθετα με σύγχρονες κατασκευές επίπλων, που είναι φτιαγμένα συχνά εν τω συνόλω ή κατά μέρος από συνθετικές ύλες και παράγωγα του πετρελαίου, τα φυσικά καλοδουλεμένα υλικά της αντίκας δεν μολύνουν το περιβάλλον με εισπνεύσιμα σωματίδια, και επιδέχονται οικολογικών μεθόδων συντήρησης με φυσικά υλικά (λάδι,κερί, κ.α.). Για παράδειγμα, σε έναν καλόγουστο γαλλικό καναπέ αντίκα θα μπει τζίβα (ένα ειδικό αποξηραμένο χόρτο) με τον παραδοσιακό τρόπο της πικούρα, και όχι αφρολέξ, όπως γίνεται σήμερα, το οποίο με τη χρήση θα κρυσταλοποιόταν εκπέμποντας εισπνεύσιμα σωματίδια μερικά χρόνια μετά.
Παράλληλα, η συντήρηση της αντίκας ενισχύει επαγγέλματα με εξαιρετικής ποιότητας γραμμή παράδοσης στην Ελλάδα, όπως αυτά του ξυλουργού, του ταπετσέρη, του λουστραδόρου, και πολλών άλλων. Εν κατακλείδι,η πρακτική που περιγράφεται δίνει υπεραξία στην επένδυση της αγοράς μιας αντίκας, καθώς το αντικείμενο μπορεί να μεταφέρει στο σήμερα τις περγαμηνές παραδοσιακών αξιών του παρελθόντος, ξαναγεννιέται όμως στο παρόν μέσα από διεργασίες, συνολικά ωφέλιμες για τη κοινωνία και την οικονομία του τόπου στον οποίο καταλήγει, συμβάλλοντας με μοναδικό τρόπο στην αισθητική του σήμερα με τα εφόδια του χθες.
*Ο κ. Σταύρος Μυρωνίδης
είναι ιδρυτής και ιδιοκτήτης
του Οίκου Δημοπρασιών Antique’s House
που βρίσκεται στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης